- συναλλαγματική
- Έγγραφο που περιέχει την υπόσχεση ενός προσώπου (που λέγεται εκδότης) ή τη διαταγή προς ένα πρόσωπο (πληρωτής) να πληρώσει ορισμένο ποσό που θα το απαιτήσει ο εφοδιασμένος με το έγγραφο αυτό (λήπτης).
Η ιστορική καταγωγή της σ. είναι αβέβαιη. Γενικά τοποθετείται στον 13o αι., στις μεγάλες εμποροπανηγύρεις της Γαλλίας και της Ιταλίας, και συνδέεται με το cambio traiettizio, που ήταν πολύ διαδομένο στην εμπορική πρακτική εκείνης της εποχής. Σύμφωνα με τη διαδικασία αυτή, ένα πρόσωπο που επιθυμούσε να διαθέτει ένα ποσό σ’ ένα ορισμένο μέρος και που ήθελε να αποφύγει τους κινδύνους και τις δαπάνες της μεταφοράς του κατέβαλλε το ποσό σ’ έναν μεγάλο έμπορο, και συχνότερα σ’ έναν τραπεζίτη, κι αυτοί επιφόρτιζαν ένα πρόσωπο με το οποίο βρίσκονταν σε συναλλαγή στον επιθυμητό τόπο να πληρώσει στον πρώτο το ποσό που είχε καταβάλει. Η εντολή αυτή δινόταν με «επιστολή συναλλαγής» (lettre de change, lettera di cambio, bill of exchange) που αποτέλεσε την πρωτόγονη μορφή της συναλλαγματικής.
Ανεξάρτητα από τις κριτικές που μπορούν να διατυπωθούν ως προς αυτή την εκδοχή όσον αφορά τις απαρχές της σ., μπορεί να βεβαιωθεί ότι, αν στην αρχή η σ. ξεπλήρωσε τη λειτουργία της μεταφοράς χρημάτων από ένα τόπο σε άλλο και χρησίμευσε ως ασφαλές μέσο πληρωμής, σήμερα η λειτουργία αυτή προσιδιάζει στην επιταγή, ενώ η σ. στη σύγχρονη οικονομία είναι μάλλον μέσο πίστης, δηλαδή χρησιμεύει στη χρονική αναβολή πληρωμών, γεγονός που εξηγεί τη διάδοση της σε συνδυασμό π.χ. με τις πωλήσεις με δόσεις.
Η δραστηριότητα των διεθνών συναλλαγών έκανε αισθητή κατά τον τρέχοντα αιώνα την ανάγκη της κατά το δυνατόν ομοιόμορφης νομικής πειθαρχίας των σ. στις διάφορες χώρες. Η πιο σημαντική απόπειρα υπ’ αυτή την έννοια συντελέστηκε με τη Σύμβαση της Γενεύης του 1930, στην οποία διατυπώθηκε ένα σύνολο κανόνων προς τους οποίους προσάρμοσαν την εσωτερική τους νομοθεσία η Αυστρία, το Βέλγιο, η Δανία, η Γαλλία, η Φιλανδία, η Ιταλία, η Ελλάδα, η Νορβηγία, η Ολλανδία, η Πορτογαλία, η Σουηδία και η Ελβετία.
Από νομική άποψη η σ. είναι πιστωτικός τίτλος. Ανήκει δηλαδή στην κατηγορία των εγγράφων που δημιουργήθηκαν για να κάνουν πιο γρήγορη και πιο ασφαλή τη μεταβίβαση των δικαιωμάτων από ένα νομικό υποκείμενο σε άλλο: πιο γρήγορη, γιατί η μεταβίβαση του δικαιώματος πραγματοποιείται θεμελιωδώς με την παράδοση του τίτλου, πιο ασφαλή επειδή κάθε κάτοχος της σ., με εξαίρεση τον πρώτο, μπορεί να ζητήσει την πληρωμή του σημειωμένου πάνω στο έγγραφο ποσού, χωρίς ο οφειλέτης να μπορεί να επικαλεστεί, για να αποφύγει την πληρωμή, την έννομη σχέση που έδωσε αφορμή στην παράδοση της σ. (π.χ. ότι το εμπόρευμα προς πληρωμή του οποίου έκδωσε τη σ. δεν του παραδόθηκε ποτέ). Κάθε διαδοχικός κομιστής έχει ουσιαστικά ένα δικαίωμα, το περιεχόμενο και τα όρια του οποίου είναι εκείνα που εμφανίζονται στο σώμα του έγγραφου. Η σ. διαφέρει από όλους τους άλλους πιστωτικούς τίτλους κατά μερικές ιδιομορφίες, που αποβλέπουν στο να κάνουν περισσότερο ασφαλή, τη θέση του πιστωτή. Από το ένα μέρος η σ. είναι «εκτελεστός τίτλος», δηλαδή ο κομιστής μπορεί, αν ο οφειλέτης δεν πληρώνει, να επιβάλει αναγκαστική εκτέλεση στα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, δηλαδή να τα εκπλειστηριάσει με σκοπό την είσπραξη του ποσού του οποίου είναι πιστωτής. Από το άλλο μέρος, όποιος, αφού παρέλαβε σ., τη μεταβιβάζει σε άλλους (μεταβίβαση που γίνεται με την «οπισθογράφηση», δηλαδή τη γραπτή προς τον αποδέκτη διαταγή πάνω στο σώμα του έγγραφου, να πληρώσει σ’ ένα τρίτο πρόσωπο, στο οποίο παραδίδεται ο τίτλος) αναδέχεται αυτοδίκαια την υποχρέωση να πληρώσει το ποσόν που σημειώνεται πάνω στον τίτλο, σε περίπτωση που ο οφειλέτης (αποδέκτης) δεν πληρώνει: η μη πληρωμή από μέρους του οφειλέτη πρέπει να βεβαιωθεί τυπικά με ιδιαίτερη πράξη, που καταρτίζεται από συμβολαιογράφο ή από άλλον δημόσιο λειτουργό και έχει το όνομα του «διαμαρτυρικού».
Σύμφωνα με το περιεχόμενο του έγγραφου, σύμφωνα δηλαδή με το αν πρόκειται για υπόσχεση πληρωμής ή για διαταγή πληρωμής, γίνεται λόγος στην κοινή γλώσσα για «συναλλαγματική» ή για «τραβηκτική», για «εντολή» ή για «γραμμάτιο εις διαταγήν» ή για «συναλλαγματική τραβηκτική» ή απλώς «τραβηκτική». Η πραγματική διαφορά μεταξύ των δύο μορφών, που κατά τα λοιπά ρυθμίζονται ομοιόμορφα κατά την ουσία, έγκειται στο γεγονός ότι στην «τραβηκτική» για να μπορούν v’ ασκηθούν τα δικαιώματα που απορρέουν από τον τίτλο απέναντι του προσώπου προς το οποίο απευθύνεται η διαταγή πρέπει το τελευταίο αυτό να την αποδέχεται, πράγμα που γίνεται με την απόθεση της υπογραφής του πάνω στο έγγραφο. Στην ελληνική νομοθεσία, η σ. ακολουθεί κατά βάση τη Σύμβαση της Γενεύης. Το έγγραφο πρέπει να περιέχει τη λέξη σ., το όνομα του πληρωτή, τον ακριβή τόπο πληρωμής, το όνομα του προσώπου στο οποίο θα γίνει η πληρωμή ενός ορισμένου ποσού, τον χρόνο της έκδοσης και την ημερομηνία λήξης (αλλιώς θεωρείται ότι η έκδοση έγινε «εν όψει»), την υπογραφή του εκδότη και να είναι χαρτοσημασμένη. Αν λείπει ένα από τα στοιχεία αυτά, το έγγραφο είναι άκυρο ως σ. Η ακυρότητα εξετάζεται αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο. Η εκδίκαση των διαφορών εκ σ. γίνεται κατά ειδική διαδικασία, σύμφωνα με τις διατάξεις της Πολ. Δικ. (πιστωτικός τίτλος). Προς το σκοπό της ταχείας εκκαθάρισης των αξιώσεων έχει θεσπιστεί βραχυπρόθεσμη παραγραφή: τρία έτη από την ημέρα της λήξης.
Συναλλαγματική ενός εκατομμυρίου τάλιρων, με την οποία το Παρίσι πλήρωσε στην Πρωσία την πρώτη δόση της πολεμικής αποζημίωσης μετά τη γαλλική ήττα στον πόλεμο του 1870-71.
* * *η, Νβλ. συναλλαγματικός.
Dictionary of Greek. 2013.